Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2011

Μια τέχνη διορθωτική. Πάνω στην ποίηση του Γέωργιου Ράλλη


Τα ποιήματα του κ. Ράλλη είναι ποιήματα.
(βλ.http://www.poiein.gr/archives/12970/index.html). Ξαναδιαβάζω μετά από χρόνια τα “Επτά δοκίμια για την ποίηση” του Τ.Σ. Έλιοτ σε μετάφραση της Μ. Λαϊνά (εκδ. Γνώση, 1982) και επηρεασμένος απ’ το κλίμα όσων συμβαίνουν εκεί, τολμώ κάτι που μου έχει περάσει απ’ το μυαλό κι άλλες λίγες φορές στο παρελθόν στο Ποιείν. Αναφέρομαι σε μια τεχνική βελτίωση (σε μια τέχνη που πρέπει να παραμένει τέχνη διορθωτική, εδώ σκέφτομαι και τον Φαίδρο του Πλάτωνα), χωρίς προσθήκες φυσικά μα μόνο με αφαιρέσεις. Από μικρός σκέφτομαι με όρους “ζωγραφικούς”, αφαιρώ, κρύβω τα “περιττά”. Πρέπει να θυσιάζονται και καλά κομμάτια για να ορθώνονται και να πάλλονται καλύτερα τα υπόλοιπα, τα πιο “σημαντικά”, αυτά που είναι πιο κοντά σε αυτό που θέλει να πει ο ποιητής.

Με την άδεια του ιδιαίτερου κ. Ράλλη, λοιπόν, παραθέτω το πρώτο ποίημα ξανά.


Η ΜΑΝΑ

Ακίνητη κοιτάς τον άδειο τοίχο

“Καλώς το, το παιδί μου”,
με φίλησες
γεμάτη κατανόηση, μονολογείς

“Να τρως, να τρως γερά”, μου είπες
και ξεψύχησες

Στον θάλαμο σε βλέπουμε
εσένα και μια άλλη ξαπλωμένες.
Όλα τόσο ταιριαστά
σε ομάδες.

Μα τόσο αφύσικο που δεν κινείσαι
Τόσο παράξενο στο βλέμμα
το στήθος σου, δεν ανέπνεει.

_____
Θα πρότεινα εδώ, με όλο το σεβασμό στον κ. Ράλλη, το Ποιείν να πάρει και τη διάσταση του τεχνικού εργαστηρίου. Στο τέλος δεν είναι η ποίηση του καθενός μας που έχει σημασία, μα η ποιητική γενικά που πρέπει να δυναμώνει. Το Ποιείν, παρέχει έτσι μια μοναδική, αδύνατη ως τα τώρα δυνατότητα.

Παραθέτω και το ποίημα:

Πόσο γλυκός μπορεί να είναι ο άνθρωπος, όταν περιμένει τον θάνατο.
Ακίνητη και σαστισμένη ήσουν, κοιτούσες τον άδειο τοίχο

Καλώς το μου το παιδάκι μου,
Είπες και με φίλησες
Και με ένα βλέμμα γεμάτο κατανόηση, μονολόγησες
Περιμένω να πάρω τον δρόμο, τον δρόμο τον μακρύ

Να τρως, να τρως γερά μου είπες μόνο και, φιλάκια πολλά όταν έφευγα
Και έπειτα ξεψύχησες

Τρεις και όρθιοι ήμασταν, αργότερα, στον θάλαμο να βλέπουμε εσένα και άλλη μία ξαπλωμένες.
Και ήταν όλα τόσο ταιριαστά, τόσο ομαδοποιημένα.
Και ήταν τόσο αφύσικο που δεν κουνιόσουν
Τόσο παράξενο στο βλέμμα το στήθος που δεν ανέπνεε.
______

Το έργο το εικαστικό είναι το «We» του Μαουρίτσιο Κατελάν. Σε κλίμακα πειραγμένη αν και αληθοφανή, ο δημιουργός παρουσιάζει τον εαυτό του (νεκρό;) δύο φορές και τοποθετημένο σε ξύλινο κρεβάτι με λευκά κεντημένα σεντόνια. Ενα νεκροκρέβατο, μνημείο συνείδησης του τέλους.

βλ.
http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11380&subid=2&pubid=18326948

Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου 2011

Σύντομο σχόλιο στο "Εν Κρυπτώ και Παραβύστω" του Ιάσωνα Σταυράκη


«Με τη λέξη σε ετοιμότητα οργασμού για να βγει η εικόνα», έλεγε ο Κακναβάτος και πρόσθετε: «το πεπρωμένο της λέξης είναι να εγκυμονεί εικόνα, που αυτή έχοντας μέσα της έγχρωμο σπέρμα, ανακυκλώνεται μέσα στις ίδιες μύχιες μήτρες που κυοφορούν τις λέξεις».

Ασπόνδυλος Κακναβάτος κυρίως ο κ. Σταυράκης. Την παραπάνω “συμβουλή” την τραβάει στα άκρα της. Μας λεει τα κάλαντα με τρίγωνο και με σπιράλ και μας τραβάει πιτσιλιές με χρώμα. Υπάρχουν κορυφώσεις βέβαια, στιγμές καλές, δυνατές κάπως, μα δεν δένουν και δεν ρέπουν σε σύνολα. Το υπόβαθρο δεν έχει σφίξει ακόμη.

Είτε προτάσσει την είκονα σε σημείο υπερβολής είτε θεωρητικολογεί εν ολίγοις.

Απ’ το ποίημα-συνουσία λοιπόν ενός Κακναβάτου, στα βουλωμένα αιμοφόρα αγγεία του κ. Σταυράκη. Σφύξε, κρύψε, βρες σπονδύλους. Και όταν υπάρχει σπόνδυλος, π.χ στο δεύτερο ποίημα, τα οστά του θώρακα είναι τελικά είτε λειψά είτε μικρά και προτάσσουν την θεωρία. Η εικόνα τελικά βιάζεται για να βρει τον ρυθμό και κάπως άτσαλα ακολουθεί ετεροχρονισμένη.

"Στην άκρη του δρόμου ο Πούσκιν γελούσε τραυλίζοντας πως μια χούφτα μπαρούτι ποτέ δεν ζύγισε όσο μια γραμμή"


βλ. Ποιείν:
http://www.poiein.gr/archives/12920/index.html